Με καπέλο, μαγιό και χαλαρή διάθεση, έμοιαζε με ακόμη έναν εύπορο τουρίστα που απολάμβανε τις διακοπές του στη Μύκονο. Τις πρωινές ώρες σύχναζε σε beach bars και εστιατόρια, δίνοντας την εντύπωση ότι βρισκόταν στο νησί μόνο για βουτιές και βόλτες. Κανείς, όμως, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι πίσω από το αθώο του παρουσιαστικό κρυβόταν ο πιο αόρατος διαρρήκτης του περασμένου καλοκαιριού.
Πρόκειται για έναν 44χρονο Αλβανό, ο οποίος διέμενε στον Άγιο Στέφανο, αλλά «χτυπούσε» στη νοτιοδυτική πλευρά του νησιού. Οι αστυνομικές αρχές τον χαρακτηρίζουν ως «φαντομά», όχι μόνο για την ικανότητά του να εξαφανίζεται χωρίς ίχνη, αλλά και για τον έξυπνο τρόπο με τον οποίο απέφευγε τον εντοπισμό ακόμη και πριν μπει στη χώρα.
Για να φτάσει στην Ελλάδα, ταξίδευε μέσω τρίτων ευρωπαϊκών χωρών, με τελευταίο σταθμό την Αυστρία, παρακάμπτοντας έτσι τον διαβατηριακό έλεγχο στα ελληνικά αεροδρόμια. Με τον τρόπο αυτό δεν υπήρχε καμία επίσημη καταγραφή της άφιξής του στην επικράτεια.
Την καλοκαιρινή περίοδο του 2024 επισκέφθηκε τη Μύκονο δύο φορές, σε διαφορετικά δεκαήμερα, ακολουθώντας πάντα την ίδια μέθοδο: τις πρωινές ώρες υποδυόταν τον τουρίστα, ενώ τη νύχτα μεταμορφωνόταν σε επιδέξιο διαρρήκτη.
Με ενοικιαζόμενη μοτοσικλέτα περιπολούσε τις τουριστικές περιοχές, αναζητώντας καταλύματα με ελλιπή μέτρα ασφαλείας. Δρούσε πάντοτε μόνος, εισερχόταν σε πολυτελείς κατοικίες από ξεκλείδωτα παράθυρα και μπαλκονόπορτες, χωρίς να αφήνει ίχνη.
Κάθε του κίνηση ήταν μελετημένη: φορούσε κάλτσες για να μην αφήνει αποτυπώματα, καπέλο και ρούχα με περιλαίμια για να δυσκολεύει την αναγνώρισή του από κάμερες ασφαλείας.
Στόχευε αποκλειστικά χρήματα και τιμαλφή μικρού όγκου, εύκολα στην απόκρυψη και ιδανικά για άμεση πώληση ή μεταφορά, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι τα κλοπιμαία χρηματοδοτούσαν μια ζωή πολυτελείας, με ιδιαίτερη αδυναμία στα ακριβά ρολόγια.
Η αστυνομική έρευνα ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2024 και διήρκεσε μήνες, καθώς ο 44χρονος φρόντιζε να παραμένει στην Ελλάδα μόνο για μικρά χρονικά διαστήματα, καθιστώντας τον εντοπισμό του εξαιρετικά δύσκολο. Οι αστυνομικοί, εξετάζοντας βιντεοληπτικό υλικό όχι μόνο από τους χώρους των διαρρήξεων αλλά και από γειτονικά κτίρια, κατάφεραν να εντοπίσουν το προσωρινό κατάλυμα που χρησιμοποιούσε.
Η σύλληψή του θεωρείται ιδιαιτέρως σημαντική, καθώς δεν είχε απασχολήσει στο παρελθόν τις ελληνικές αρχές, ενώ η δράση του, χωρίς συνεργούς και με σχεδόν αόρατο τρόπο, τον καθιστούσε «άφαντο». Οι έρευνες, πάντως, συνεχίζονται για να διαπιστωθεί αν εμπλέκεται και σε άλλες κλοπές στη Μύκονο ή σε άλλες περιοχές της χώρας.
Στα βίντεο ντοκουμέντα που παρουσίασε το protothema.gr, φαίνεται ο δράστης να στοχοποιεί πολυτελείς κατοικίες κυρίως στη νοτιοδυτική πλευρά του νησιού, εισβάλλοντας στους χώρους εκμεταλλευόμενος ανασφάλιστες μπαλκονόπορτες και παράθυρα ή την απουσία των ενοίκων. Από τους χώρους αφαιρούσε χρήματα, τιμαλφή, αξεσουάρ, ρολόγια και προσωπικά έγγραφα.
Για την αποδόμηση και τον τερματισμό της δράσης του συγκροτήθηκε ειδική ομάδα έρευνας, η οποία κατάφερε να τον ταυτοποιήσει και τελικά να τον συλλάβει, βάζοντας τέλος στη δράση του «φαντομά» της Μυκόνου.
Πηγή: protothema.gr